Αχλαδιές
Η αχλαδιά ή απιδιά είναι οπωροφόρο δέντρο και ανήκει στην τάξη Ροδώδη και στην οικογένεια των Ροδοειδών και καλλιεργείται δε σε όλες τις εύκρατες χώρες.
Κατάγεται από τις περιοχές γύρω από την Κασπία θάλασσα και βρέθηκε στην Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια. Στην Ευρώπη καλλιεργείται από το 17ο αιώνα.
Άνθος αχλαδιάς.
Η αχλαδιά έχει άνθη λευκόχρωμα ή είναι απαλού ρόδινου χρώματος και μοιάζουν με αυτά της μηλιάς. Οι καλλιεργούμενες αχλαδιές πολλαπλασιάζονται με σπόρο και στη συνέχεια με εμβολιασμό. Από 4 μέχρι 7 χρόνια μετά τη φύτευση αρχίζει η ικανοποιητική απόδοση του δέντρου.
Η αχλαδιά καλλιεργείται για το νόστιμο καρπό της το αχλάδι. Είναι εξαιρετικά ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες και μπορεί να αντέξει και στους –20 βαθμούς αλλά πριν αρχίσει η άνθιση. Όταν οι καρποί δέσουν τότε η ανθεκτικότητα του δέντρου στο κρύο πέφτει και φτάνει στους –2 βαθμούς.
Το έδαφος πρέπει να είναι ελαφρύ και δροσερό ενώ αργιλώδη εδάφη είναι απαγορευτικά στην ανάπτυξη του δέντρου. Συνήθως σε ένα στρέμμα μπορούν να φυτευτούν 15-25 δέντρα αλλά σε μη ζωηρές ποικιλίες μπορούμε να δούμε και 100 δέντρα ανά στρέμμα. Όταν δεν υπάρχει αρκετή υγρασία ή ικανοποιητικός αριθμός βροχοπτώσεων τότε χρειάζεται πότισμα γιατί το δέντρο είναι ευαίσθητο στην ξηρασία.
Στην Ελλάδα η συστηματική καλλιέργεια της αχλαδιάς γίνεται κυρίως στη Μακεδονία (περίπου το 40% της εγχώριας παραγωγής) ,στην Πελοπόννησο (το 27% της παραγωγής) στη Δυτική Στερεά και στη Θεσσαλία.